Translations:
Η νοητική αναπηρία χαρακτηρίζεται από σημαντικά ελλείμματα στη διανοητική λειτουργία και στην προσαρμοστική συμπεριφορά που παρατηρούνται σε πολλές καθημερινές και πρακτικές δεξιότητες πριν την ηλικία των 18 ετών (AAMD, 2010). Οι άνθρωποι με αναπηρία έχουν δυσκολίες στην εννοιολόγηση, στη γραφή και στην ανάγνωση, στην αντίληψη του χρόνου, των αριθμών αλλά και στην αντίληψη του χώρου. Ακόμη, οι δυσκολίες μπορεί να αφορούν κοινωνικές δεξιότητες όπως η επικοινωνία και οι διαπροσωπικές σχέσεις. Όλα αυτά οδηγούν σε έλλειψη αυτοπεποίθησης. Η κυριώτερη αιτία όμως της χαμηλής αυτοεκτίμησης των ανθρώπων με νοητική αναπηρία είναι ο κοινωνικός στιγματισμός.
Η φύση της νοητικής αναπηρίας είναι ιδιαίτερα ανομοιογενής ως προς την αιτιολογία, το είδος και τα χαρακτηριστικά του πληθυσμού. Η νοητική αναπηρία είναι συνδεδεμένη με Δείκτη Νοημοσύνης από 70 και κάτω που μπορεί να μετρηθεί με ειδικά σταθμισμένα τεστ. Διακρίνεται σε ήπια, μέτρια, σοβαρή και βαριά.
Λόγω των δυσκολιών που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι με νοητική αναπηρία χρειάζονται μεγαλύτερη υποστήριξη προκειμένου να αναπτύξουν νέες δεξιότητες, να αντιληφθούν σύνθετες έννοιες και να αλληλοεπιδράσουν με άλλους ανθρώπους. Το εύρος και η διάρκεια της υποστήριξης ποικίλουν. Για παράδειγμα, κάποιος που έχει ήπια νοητική αναπηρία μπορεί να χρειάζεται υποστήριξη για να βρει μια δουλειά. Κάποιος που έχει σοβαρή ή βαριά νοητική αναπηρία μπορεί να χρειάζεται καθημερινή υποστήριξη σε κάθε τομέα της ζωής του. Είναι σημαντικό να θυμόμαστε πως με τη σωστή υποστήριξη ένας άνθρωπος με νοητική αναπηρία μπορεί να ζήσει αυτόνομα.